7 Ιανουαρίου 2014

Να Στρώνεις Τα Σεντόνια Με Ξυραφάκια

Όσο πάει, απομακρύνεται. Σαν καράβι. Σε λίγο θα φαίνεται μόνο ο καπνός των φουγάρων της. Η σκόνη που σκεπάζει τον ουρανό μοιάζει με ακτινογραφία. Κανένα λιμάνι στον κόσμο δεν μπόρεσε να δέσει ποτέ κανένα πλοίο. Σε μερικούς ανθρώπους αρέσει να τα κοιτάζουν να φεύγουν, αναβοσβήνοντας τα φωτάκια τους. Ολοκληρώνονται μέσα απ' αυτή τη διαδικασία φυγής. Μέσα απ' αυτό που αδιανόητα και αδιάλειπτα θα λείπει. Ακόμη κι όταν το 'χεις μπροστά σου, ένα μέρος του θα επιμένει να λείπει. Ή να παραμένει αθέατο.

Γίνεται να κρατήσουμε τις σιωπές σε κουτιά; Αν ο χρόνος τους είναι σχετικός, αν η αποθήκευσή τους σε ντάνες, φακέλους, συρτάρια μνήμης, εξυπηρετεί το άγνωστο μέλλον, τότε δε μπορεί να υπάρξει διάρκεια στο παρόν. Κονταίνουμε το παρόν για να το εμποδίσουμε να συμβεί; Ή για να το βοηθήσουμε να τελειώσει; Μήπως το μόνο που κάνουμε είναι να μην το αντέχουμε;
Μιλάει συνεχώς για τον απόηχο και χάνεται o ήχος. Όταν δεν βλέπεις και δεν ακούς, το μόνο που σου μένει είναι να μιλάς.
  
Η κουζίνα είναι βρώμικη, από κάπου ακούγεται μια βιόλα. Το άλμπουμ της Καραΐνδρου. Πλένω με μανία τα πιάτα, γδέρνω τον έρωτα. Μέσα μου φυτρώνουν παράθυρα. Τις νύχτες να στρώνεις τα σεντόνια με ξυραφάκια. Να θυμάσαι να πετάς τα σπασμένα γυαλιά στο πάτωμα και να χορεύουμε. Θέλω να νιώθω το κόψιμο αυτού που υπήρχε. Χωρισμός. Λέγε.
Οι άνθρωποι ερωτεύονται για είκοσι μέρες, προσπαθώντας να στριμώξουν εκεί είκοσι χρόνια. Κόβονται για περισσότερα. Συζητούν. Μετά νομίζουν ότι μιλάνε γι αυτό που υπήρξε. Το τιμούν. Δεν καταλαβαίνω. Το ποίημα του Αναγνωστάκη καταλαβαίνει. Με βοηθά. Τόση ήσουν.

Σάπια αισθήματα στο ψυγείο. Σε ληγμένες κονσέρβες. Μιας εβδομάδας, δυο, τριών. Να καθαρίσουμε γιατί βρώμισε. Όταν ανοίγω την πόρτα με παίρνει η μπόχα. Η αρρώστια. Δε λιγοστεύει η σιωπή. Όσο και να κοιτάς. Το δωμάτιο είναι γεμάτο αίματα. Σοκολάτες. Θα σου βγάλω τα μάτια και θα τα κάνω ηλιοβασίλεμα. Να φανούν οι εκσκαφές στην Ελευσίνα. Εσύ να λες τις λέξεις: βαθύ, απόηχος, ματιά. Διαφορετικού πολιτισμού. Αγάπη. Να λες: μαζί, όλον, ουσιαστικά. Να τις απαγγέλλεις, όπως τα ποιήματα. Να τις εκφωνείς, καταστρέφοντάς τες. Εννοώντας τες με το αντίθετο νόημα. Λέγε.

Δεν είναι ότι δεν έμαθα. Έμαθα. Να πλένω τα χέρια μου πριν φάω. Να ξεχωρίζω την ανακύκλωση στα σκουπίδια. Να ονομάζω το σκοτάδι από το φως. Να ακουμπάω τους άλλους και να βάφω τα χέρια μου. Οι λέξεις πάντα σημαίνουν. Για πολλούς αυτό που φοβούνται περισσότερο. Για άλλους, αυτό που είναι ανίκανοι να βιώσουν γιατί θα γκρεμιστούν. Δεν υπάρχει κακό που να μου κάνει κακό. Πια. Έγιναν όλα.

Τα υπόλοιπα είναι Θεός.



Σταύρος Σταυρόπουλος, Νύχτα Είναι θα Περάσει