12 Οκτωβρίου 2017

Το Ωραίο Καλοκαίρι


Ήταν ωραίο αυτό το καλοκαίρι
Ωραίο αλλά και επικίνδυνο

Ένας παππούς που έκανε αμμόλουτρα
Ξεχάστηκε θαμμένος μες στην άμμο
Όταν τον θυμηθήκανε ύστερ’ από μέρες
Σηκώσαν το καπέλο του
Δεν ήταν από κάτω

Μια πάλλευκη τουρίστρια απʼ το βορρά
Τα ʽφτιαξε με τον ήλιο
Κοιμήθηκε μαζί του μέρες μήνες
Σκούρυνε, αφομοιώθηκε απʼ το τοπίο
Οι δικοί της τώρα την αναζητούν
Μέσω του Ερυθρού Σταυρού

Ένα παιδί δαρμένο έγινε αχινός
Αν τους βαστάει τώρα
Ας με ξαναδείρουν, είπε
Πήρανε ο μπαμπάς κι η μαμά
Μαχαίρι και πιρούνι
Και χωρίς να τρυπηθούν
Του φάγαν την καρδιά

Ένα σκυλί κυνηγημένο
Δάγκωσε την ουρά του και την έφαγε
Ύστερα έφαγε όλο το κορμί του
Έμεινε μόνο το κεφάλι του στα βότσαλα
Νʼ ασπρίζει από τα κύματα γλειμμένο

Βαθιά ένα καράβι έμενε ακίνητο
Ακίνητο ένα καλοκαίρι
Φυσούσαν άνεμοι, φουσκώναν τα πανιά
Δεν έλεγε να φύγει. Τι περίμενε;

Κανείς δεν ξέρει.



Αργύρης Χιόνης