5 Νοεμβρίου 2014

Νότος

Ο πάγος στο ουίσκι έλιωνε πριν την ώρα του (μπέρμπον της κακιάς ώρας) 
και τον ανάγκαζε να κατεβάζει μεγάλες γουλιές. Τέτοιες ώρες ο βαθύς νότος
μπορούσε να σε καταπιεί και να φτύσει επιδεικτικά τα κουκούτσια. 
Την κοίταξε με την άκρη του ματιού του να πλένει τα πιάτα. Το φθαρμένο της φόρεμα 
ήταν ανήμπορο ν’ ανεμίσει στη μεσημεριανή άπνοια. 
Σκέφτηκε πως θα ήταν τρυφερός μαζί της σήμερα.Ούτε μελανιές, ούτε σκηνικά. 
Μια μέρα σαν κι εκείνη, το φρούριο Σάμτερ είχε πυρποληθεί και έτσι ξεκίνησαν όλα. 
Σήμερα όμως δεν θα φούντωνε καμιά φωτιά. Θα την πήγαινε για χορό το βράδυ. 
Η καρότσα της Dodge άχνιζε ακόμα έξω. Μακάρι το βράδυ να ερχόταν στην ώρα του.
Και να ήταν φιλεύσπλαχνο αυτή τη φορά.



Χρήστος Ελμάζης, Νότια των Συνόρων