Το φως
σκοταδένιο
το φουλάρι αγχόνη
τα παντζούρια διάφανα
ο χρόνος δέκα εκατοστά
το αίμα νερό που γίνεται
μια ιστορίες
μνήμες αιώνα μέλλοντος
εσύ ως έχει.
Η θάλασσα άγονη
τα χέρια αλλοπρόσαλλα
ο Θεός μνησίκακος
ο κόσμος ακίνητος
η φυλακή ξεκλείδωτη
μια λέξη χίλιες εικόνες
ξυπνήματα στην αμφιλύκη
εσύ, το νέο σου όνομα.
το φουλάρι αγχόνη
τα παντζούρια διάφανα
ο χρόνος δέκα εκατοστά
το αίμα νερό που γίνεται
μια ιστορίες
μνήμες αιώνα μέλλοντος
εσύ ως έχει.
Η θάλασσα άγονη
τα χέρια αλλοπρόσαλλα
ο Θεός μνησίκακος
ο κόσμος ακίνητος
η φυλακή ξεκλείδωτη
μια λέξη χίλιες εικόνες
ξυπνήματα στην αμφιλύκη
εσύ, το νέο σου όνομα.
Το χώρια μας άκλαυτο
η ανατολή αξημέρωτη
το φόρεμα βρόχινο
το παραμύθι ονοματισμένο
η διαθήκη ανοιχτή
πλήθος άντρες βουβοί στο γυναικωνίτη
ο σκοπός αλτ τις ει
εσύ, δύο πλην ένα.
Οι γαλαξίες αχρείαστοι
ο Ιώβ ανυπόμονος
η άνοιξη που βαλσάμωσε
το μάγουλο δακρυσμένο
η βόλτα σιωπηλή
το κρεβάτι στρωμένο
ένα νεκρό κυρά Βαγγελιώ
με έμενα εγώ, χωρίς εσένα.
Τα κοχύλια ορθάνοιχτα
ο ήλιος παρανάλωμα
η καρδιά των ζώντων ακίνητη
το τέλος σε αργή κίνηση
το φεγγάρι αυτόφωτο
κανείς πια το κλικ
ερημιά έξι δισεκατομμυρίων ανθρώπων
εσύ, ενικός ευγενείας.
εσύ, ενικός ευγενείας.
Το ύψωμα κατειλημμένο
ο όρκος απαράβατος
τα χαρτιά πλημμυρισμένα
τα φιλιά αδοκίμαστα
το τέρας έξω από τον λαβύρινθο
κουρνιαχτά συγκρουόμενα
εν κινδύνοις τας φρένας
το μαζί πάντα άνισο.
Χρήστος Ελμάζης